Δυσκοιλιότητα σε παιδιά
Η δυσκοιλιότητα δηλαδή ή δυσκολία στη λειτουργία της αφόδευσης αποτελεί μια σχετικά συχνή νόσο της παιδικής ηλικίας, με έντονο αντίκτυπο τόσο στην καθημερινότητα του παιδιού, όσο και στην οικογενειακή ευρυθμία. Η δυσκοιλιότητα μπορεί να είναι οργανική ή λειτουργική, οξεία ή χρόνια. Οποιοσδήποτε ορισμός της δυσκοιλιότητας είναι σχετικός, γιατί εξαρτάται από τη συχνότητα των κενώσεων (πίν. 1), τη σύσταση των κοπράνων και τη δυσκολία στην αφόδευση.
Γενικά, η δυσκοιλιότητα ορίζεται ως αποτυχία πλήρους κένωσης του κατώτερου παχέος εντέρου από το περιεχόμενό του, ή ως καθυστέρηση ή και δυσκολία στην αφόδευση, που διαρκεί περισσότερο από 14 ημέρες, προκαλώντας δυσφορία στο παιδί.
Πρέπει να εξετάζεται η παρουσία της κλινικής αυτής οντότητας σε καταστάσεις όπου υπάρχει συνδυασμός δύο ή περισσοτέρων από τα παρακάτω ευρήματα, για τουλάχιστον δύο εβδομάδες: Λιγότερες από 3 κενώσεις/εβδομάδα, περισσότερες από το 25% των αφοδεύσεων είναι εργώδεις ή επώδυνες, περισσότερες από το 25% των αφοδεύσεων περιέχουν σκληρά κόπρανα ή κοπρόλιθους.
Φυσιολογική συχνότητα εντερικών κενώσεων στα παιδιά
Ηλικία | Κενώσεις / εβδομάδα | Μέσος αριθμός κενώσεων /24ωρο |
---|---|---|
0-3 μήνες (Θηλασμός) | 5-40 | 2.9 |
0-3 μήνες (Γάλα σκόνη) | 5-28 | 2.9 |
6-12 μήνες | 5-28 | 1.8 |
1-3 έτη | 4-21 | 1.4 |
>3 έτη | 3-14 | 1 |
Acta Pediatr. Scand. 1989; 78: 682-684
Επιδημιολογία
Η δυσκοιλιότητα αποτελεί ένα συχνό πρόβλημα της βρεφικής και παιδικής ηλικίας. Επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι αποτελεί αιτία για το 3% των επισκέψεων στον παιδίατρο και για το 25% των παραπομπών στο ειδικό γαστρεντερολογικό ιατρείο.
Αιτιολογία
Στην πλειονότητα των παιδιών η δυσκοιλιότητα είναι λειτουργική, δεν ανευρίσκεται δηλαδή υποκείμενη οργανική βλάβη. Γενετικοί, περιβαλλοντικοί, ψυχολογικοί και διαιτητικοί παράγοντες ευθύνονται για την εμφάνιση δυσκοιλιότητας έχουν περιγραφεί στα παιδιά ανά ηλικία. Συγκεκριμένα μερικά νεογνά και μικρά βρέφη παρουσιάζουν δυσκολία στην αφόδευση, η οποία οφείλεται σε ανωριμότητα συντονισμού της αύξησης της ενδοκοιλιακής πίεσης, με ταυτόχρονη χάλαση του μυϊκού συστήματος της πυέλου. Αυτή η δυσλειτουργία υποχωρεί με την πάροδο του χρόνου.
Αργότερα, στη δεύτερη βρεφική ηλικία και στην πρώτη νηπιακή ηλικία, επώδυνη αφόδευση από σκληρά κόπρανα μπορεί να προκαλέσει περαιτέρω αναστολή, κατακράτηση κοπράνων και εγκατάσταση δυσκοιλιότητας. Αυτό κυρίως συμβαίνει στα μεταβατικά στάδια της διατροφής δηλαδή από το μητρικό γάλα στο γάλα πρώτης βρεφικής ηλικίας η αμέσως μετά την έναρξη των στερεών τροφών.
Τέλος, στα μεγαλύτερα παιδιά η ηθελημένη κατακράτηση κοπράνων αποτελεί τον κυριότερο μηχανισμό δυσκοιλιότητας. Επώδυνη αφόδευση ή ο φόβος της τουαλέτας πυροδοτούν την έναρξη δυσκοιλιότητας, η οποία χρονικά παρουσιάζει δύο αιχμές: την περίοδο εκμάθησης της τουαλέτας και την έναρξη της σχολικής ηλικίας. Η κατακράτηση κοπράνων οδηγεί σε ανησυχία, κοιλιακό άλγος ή διάταση, ευερεθιστότητα και ανορεξία καθώς και σε διάρροια από υπερπλήρωση και εγκόπριση.
Διαφορική διάγνωση χρόνιας δυσκοιλιότητας
- Νόσος Hirschprung
- IND (Εντερική νευρογενής δυσπλασία
- Υπογαγγλιόνωση
- Νόσος Crohn
- Κακώσεις σπονδυλικής στήλης
- Αχαλασία έσω σφιγκτήρα
- Προσθία θέση πρωκτού
- Ραγάδα δακτυλίου
- Στένωση πρωκτού
- Συρίγγια
- Παθήσεις ΚΝΣ
- Μυελομηνιγγοκήλη
- Εγκεφαλική παράλυση
- Σεξουαλική κακοποίηση
- Εντεροπάθεια γλουτένης
- Ψυχικά νοσήματα
- Νοητική υστέρηση
- Δηλητηρίαση με μέταλλα
- Υποθυρεοειδισμός
- Υπερασβεστιαιμία
- Υπερ-, υπο-καλιαιμία
- Σακχαρώδης διαβήτης
- Αμυλοείδωση
- Σκληροδερμία
- Δερματομυοσίτιδα
- Μυοπάθειες
- Κυστική ίνωση
- Αντιόξινα φάρμακα
- Αντιισταμινικά φάρμακα
- Αντιχολινεργικά φάρμακα
- Θεραπεία με σίδηρο
- Αντιεπιληπτικά φάρμακα
Διαγνωστική προσέγγιση
Η δυσκοιλιότητα στα παιδιά, ηλικίας άνω του 1 έτους, ορίζεται κατά κανόνα ως λειτουργική, αν και σπάνια η δυσκοιλιότητα μπορεί να οφείλεται σε οργανικό αίτιο (πίν. 3).
Οι πληροφορίες από τη λήψη του ιστορικού και την κλινική εξέταση συμβάλλουν καθοριστικά στη διαφορική διάγνωση μεταξύ λειτουργικής και οργανικής δυσκοιλιότητας. Μόνο σε ένα μικρό ποσοστό παιδιών με δυσκοιλιότητα βρίσκεται οργανικό πρόβλημα.
Η διερεύνηση ενός παιδιού που παρουσιάζει χρόνια δυσκοιλιότητα μπορεί να βασιστεί ή και συχνά να περιοριστεί στο λεπτομερές ιστορικό και τη φυσική εξέταση. Εργαστηριακός έλεγχος απαιτείται στις περιπτώσεις που τίθεται υποψία οργανικής νόσου από το ιστορικό και την κλινική εξέταση η δεν υπάρχει καθόλου ανταπόκριση στη θεραπευτική αγωγή.
Αιματολογικές εξετάσεις, εξετάσεις μελέτης κινητικότητας του εντέρου όπως η μανομετρία ορθού, ακτινολογικές εξετάσεις όπως η απλή ακτινογραφία κοιλίας ή ο βαριούχος υποκλυσμός γίνονται όταν κριθεί απαραίτητο και μόνον ύστερα από ιατρική οδηγία.
Διαφορική διάγνωση χρόνιας δυσκοιλιότητας αναλόγως της ηλικίας (κατά συχνότητα εμφάνισης)
Βρέφη
- Νόσος Hirschprung
- Συγγενείς ορθοπρωκτικές ανωμαλίες
- Νευρολογικές διαταραχές
- Εγκεφαλοπάθεια
- Ανωμαλίες νωτιαίου μυελού (π.χ. Μυελομηνιγγοκήλη)
- Κυστική ίνωση
- Μεταβολικά νοσήματα
- Υποθυρεοειδισμός
- Υπερασβεστιαιμία
- Υπερ-, υπο-καλιαιμία
- Σακχαρώδης διαβήτης
- Δηλητηρίαση με μέταλλα
- Φάρμακα
Παιδιά>1 έτους
- Λειτουργική δυσκοιλιότητα (>95%)
- Οργανικές αιτίες (π.χ. Νόσος Hirschprung)
- Μεταβολικά νοσήματα
- Υποθυρεοειδισμός
- Υπερασβεστιαιμία
- Υπερ-, υπο-καλιαιμία
- Σακχαρώδης διαβήτης
- Κυστική ίνωση
- Εντεροπάθεια γλουτένης
- Τραύμα ή ανωμαλίες νωτιαίου μυελού
- Νευρινωμάτωση
- Δηλητηρίαση με μέταλλα
- Φάρμακα
- Διαταραχές ανάπτυξης
- Σεξουαλική κακοποίηση
Θεραπεία
Η αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας εξαρτάται από την ηλικία του παιδιού, καθώς και από τη βαρύτητα και τη χρονιότητα των συμπτωμάτων.
Κένωση του εντέρου
Στις περιπτώσεις χρόνιας δυσκοιλιότητας, όπου κοπρανώδεις μάζες ψηλαφώνται στην κοιλιά ή σκληρά κόπρανα έχουν συσσωρευτεί στο ορθό, είναι απαραίτητο να προηγηθεί η πλήρης κένωση του εντέρου. Αυτό γίνεται με τη χρήση καθαρτικών φαρμάκων ή υποκλυσμών (οι οποίοι όμως είναι καλύτερο να αποφεύγονται στο ήδη φοβισμένο παιδί), πριν ακολουθηθεί οποιαδήποτε μακροπρόθεσμη θεραπεία.
Διαιτητική αγωγή
Μετά την επιτυχή κένωση του εντέρου, ακολουθεί η επί μακρόν διατήρηση μαλακών κενώσεων (συνήθως για διάστημα μερικών μηνών).
Το παραπάνω επιτυγχάνεται
- με την υιοθέτηση διατροφής πλούσιας σε φυτικές ίνες (όσπρια, φρούτα και λαχανικά), ή την προσωρινή χρήση σκευασμάτων φυτικών ινών
- με την αύξηση της χορήγησης υγρών και
- με την τακτική κένωση του εντέρου σε σταθερές ώρες της ημέρας.
Η επίτευξη του τελευταίου είναι πολύ σημαντική για την αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας. Οι πλέον κατάλληλες ώρες μετά το πρόγευμα ή μετά το γέυμα/δείπνο. Η δημιουργία ευχάριστης, χαλαρωτικής ατμόσφαιρας είναι απαραίτητη. Ένα ζεστό ρόφημα μπορεί να βοηθήσει, ενώ ένα ραδιόφωνο μπορεί να κάνει την όλη διαδικασία λιγότερο βαρετή για το παιδί, αρκεί να μην αποσπά την προσοχή του από την προσπάθεια για αφόδευση.
Φαρμακευτική αγωγή
Στις περιπτώσεις όπου η διαιτητική αντιμετώπιση δεν επαρκεί, είναι επιβεβλημένη η προσθήκη υπακτικών φάρμακων όπως είναι τα παρακάτω:
- Τα οσμωτικώς δρώντα φάρμακα που συγκρατούν νερό στον αυλό του εντέρου (λακτουλόζη, λακτιτόλη, γάλα μαγνησίας, πολυαιθυλενογλυκόλη κ.α).
- Τα διεγερτικά φάρμακα του εντέρου (σέννα, βισακοδύλη, πικοθεϊικό νάτριο κ.α)
- Τα λιπαντικά των κοπράνων (παραφινέλαιο).
Δόσεις των φαρμάκων
Η επιλογή του φαρμάκου και της δοσολογίας του εξαρτάται από την ηλικία του παιδιού καθώς και από τη βαρύτητα και τη χρονιότητα της δυσκοιλιότητας. Στις βαριές περιπτώσεις ο γιατρός μπορεί να συστήσει το συνδυασμό δυο φαρμάκων με διαφορετική δράση το καθένα, για καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα.
Στόχος της θεραπείας
Ο στόχος είναι η επίτευξη μαλακής κένωσης ανά 1 ή 2 ημέρες. Η επιμονή της δυσκοιλιότητας υποδηλώνει χορήγηση ανεπαρκούς δόσης υπακτικού φαρμάκου, ενώ η εμφάνιση διάρροιας, χορήγηση υπερβολικής δόσης. Στην πρώτη περίπτωση η αρχική δόση αυξάνεται ανάλογα, ενώ στη δεύτερη μειώνεται, ώστε να βρεθεί η ‘χρυσή τομή’ που εγγυάται το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Διάρκεια της θεραπείας
Η επίτευξη του θεραπευτικού αποτελέσματος δεν συνεπάγεται την ανάγκη διακοπής του φαρμάκου, γιατί υπάρχει κίνδυνος υποτροπής της δυσκοιλιότητας. Η χορήγηση των υπακτικών φαρμάκων είναι συνήθως απαραίτητη για διάστημα που κυμαίνεται από 2 έως 6 μήνες, ενώ στις βαρύτερες περιπτώσεις μπορεί να διαρκέσει πολύ περισσότερο. Κατά το διάστημα αυτό, δοκιμάζεται η σταδιακή μείωση της χορηγούμενης δόσης, σύμφωνα με τις οδηγίες του ιατρού. Η μείωση δεν θα πρέπει να επηρεάζει αρνητικά το θεραπευτικό αποτέλεσμα. Στην περίπτωση που χορηγούνται δυο φάρμακα, ένα εκ των οπίων είναι διεγέρτης του εντέρου, η μείωση αρχίζει από αυτό, ενώ το οσμωτικά δρων φάρμακο ή το μαλακτικό του εντέρου συνεχίζει να χορηγείται.